Λίγο πριν έρθει το λεωφορείο
Όταν έφτασα στο αεροδρόμιο έστειλα στον Λάζαρο ένα μήνυμα. Κενό. Έτσι είχαμε συμφωνήσει. Περίμενα στη στάση το λεωφορείο για το Southampton. Ήμουν πολύ ήρεμη. Θα διάλεγα το επίθετο "ευτυχισμένη" αν δεν μου έσφιγγε τη καρδιά ο πρώτος αποχωρισμός. Άραγε να ήταν καλά? Άραγε να άνοιξε το πορτ μπαγκάζ? Βρήκε το κόκκινο κοτλέ πουκάμισο με τ'ασημένια κουμπιά που του άφησα κλεφτά? Νίκησα την υστερία της χαζής γκόμενας που με διέταζε να του τηλεφωνήσω και άναψα ένα τσιγάρο. Ήταν νωρίς το βράδυ. 15 Νοεμβρίου 1999. Στο αεροδρόμιο Heathrow.
Το τηλέφωνο μου χτύπησε ελάχιστα λεπτά μετά. Η φωνή του ακουγόταν παγερή. Η φωνή του ήταν σχεδόν πάντα παγερή από το τηλέφωνο. Τουλάχιστον στα πρώτα λεπτά της συνομιλίας. Η απόσταση πάντα του έδινε την αίσθηση του αρχηγού. Το πρώτο τηλεφώνημα μετά τη γνωριμία μας ξεκίνησε με έναν επίλογο: βάλαμε μια τελεία σε μια αόριστη γνωριμία που ξεκίνησε από μια οθόνη και αναπτύχθηκε από ένα ακουστικό. Με ύφος σχεδόν αστείο μου είπε πως ήταν πολύ ερωτευμένος μαζί μου. Μου φάνηκε αστείο γιατί συνήθως η φωνή των ερωτευμένων σπάει σε αυτό το σημείο. Ο Λάζαρος το ξεφούρνισε με μια ιδέα προειδοποίησης. Κάποιος θα έλεγε πως ίσως και να ήταν θυμωμένος με τον εαυτό του που είχε παθιαστεί και ήταν ένα τόσο δα βήμα προτού χάσει τον έλεγχο. Με αυτό το τηλεφώνημα θέλησε να βεβαιωθεί πως ένιωθα κι εγώ το ίδιο. Πως τον ήθελα όσο κι αυτός εμένα. Πως αυτό το ταξίδι δεν ήταν μια περιπέτεια αλλά η αρχή του παραμυθιού μας. Πως θα έκανα οποιαδήποτε θυσία προκειμένου να είμαστε μαζί. Ναι! Ναι!Ναι!ΝΑΙ!
Απλά μια λέξη. Τρια γράμματα που σε κάθε τους επανάληψη οι σφυγμοί μας ανέβαιναν και οι φωνές μας ακούγονταν σα ψίθυροι. Πως πρέπει να νιώθει κάποιος μια τέτοια στιγμή? Όταν συναινεί στην αλλαγή της ζωής του? Όταν διαλέγει το διαστημόπλοιο αντί για το λεωφορείο προκειμένου να φτάσει σπίτι του? Πως νιώθει κάποιος όταν δει πως από εδώ και πιο πέρα ακόμα και η έννοια "σπίτι" αλλάζει? Πως πρέπει να νιώθει κάποιος όταν η σκέψη και η λογική δεν φρενάρουν το συναίσθημα? Η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω. Μάλλον σε τέτοιες στιγμές μιλάει αυτό που έχουμε ανάγκη αντί γι' αυτό που έχουμε αποφασίσει. Δεν θυμάμαι το συναίσθημα εκείνης της στιγμής. Θυμάμαι μόνο πως και οι δυο παραδωθήκαμε. Σβήσαμε στις υποσχέσεις μας. Και είπαμε πόσο πολύ μας λείπαμε. Σε κάποιο σημείο ο Λάζαρος κόμπιασε και έκλαψε. Μου είπε πως είμαι ο τελευταίος έρωτας της ζωής του. Ήταν μεγάλος για να ελπίζει πως θα έχει άλλη ευκαιρία να ξανανιώσει όπως εκείνη τη στιγμή. Για τη Τζέσσικα σχεδόν δεν μιλήσαμε. Δεν είχε αξία άλλωστε. Μου ζήτησε χρόνο κι εγώ του τον έδωσα. Μου ζήτησε κατανόηση και θα το τακτοποιούσε. Μου ζήτησε και κάτι άλλο: να γίνω 43. Να καταλάβω πως είναι δύσκολο για έναν άνδρα 43 χρονών να φερθεί σαν 20χρονος. Ενώ θα ήταν ευκολότερο για 'μένα, με τη δική του καθοδήγηση, να ωριμάσω γρηγορότερα. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής λίγο η συγκίνηση της στιγμής, λίγο η κούραση, λίγο το λεωφορείο που ερχόταν δεν το πολυσκέφτηκα. Δεν το πολυκατάλαβα κιόλας. Πάντως συμφώνησα. Σε ένα τελευταίο λυγμό μου είπε πως είχε αγκαλιά του το πουκάμισο που βρήκε στο αυτοκίνητο. Μου είπε να προσέχω και να του τηλεφωνήσω μόλις φτάσω σπίτι.
Στο λεωφορείο δεν μπόρεσα να κοιμηθώ. Σκεφτόμουν όσα είχαν συμβεί τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Κρατούσα στα χέρια μου και διάβαζα ξανά και ξανά ένα σημείωμα του πάνω σε ένα χαρτί του ξενοδοχείου: "Πάνω σε στέγες τσίγκινες έζησα λεπτά, ώρες, μέρες ευτυχίας. Ελπίζω να ξανάρθουν. Σύντομα."
Στο σπίτι με περίμενε η συγκάτοικος - που είχε να μου διηγηθεί τα δικά της χαμπέρια- και ξενυχτήσαμε κουβεντιάζοντας τα καθέκαστα. Η δική μου ιστορία όμως τέλειωσε γρήγορα γιατί αυτό που μου είχε μείνει από εκείνες τις ημέρες ήταν ένα συναίσθημα. Και εκείνη την ώρα δεν μπορούσα να το περιγράψω ή να το αξιολογήσω. Ήθελα μόνο να του τηλεφωνήσω και να του πω ότι είμαι καλά.
Κοιμόταν όταν τον κάλεσα. Μέσα στον ύπνο του μου είπε πως του λείπω. Θυμάμαι τον ελαφρύ αναστεναγμό του πριν κλείσουμε το τηλέφωνο. Πολλές φορές τον θυμάμαι και αναρριγώ.